Στην υπουργό Παιδείας έγιναν γνωστές οι θέσεις της Συνόδου Πρυτάνεων για τη βάση εισαγωγής στα ΑΕΙ, το ανώτατο όριο φοίτησης και την Ομάδα Προστασίας των Πανεπιστημίων – Σοβαρές αναμένονται οι επιπτώσεις στα περιφερειακά Ιδρύματα
Τις θέσεις της επί του νέου νομοσχεδίου για τα Πανεπιστήμια κωδικοποιούν οι πρυτάνεις και πρόεδροι των Δ.Ε., μετά και την έκτακτη σύνοδό τους, τη Δευτέρα, μέσω τηλεδιάσκεψης, παρουσία της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως, του υφυπουργού Παιδείας αρμόδιου για θέματα Ανώτατης Εκπαίδευσης, Άγγελου Συρίγου, και του γενικού γραμματέα Ανώτατης Εκπαίδευσης, Αποστόλη Δημητρόπουλου.
Στη συνεδρίαση συμμετείχε και ο πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, καθηγητής, Περικλής Μήτκας.
Συγκεκριμένα, ως προς τα ζητήματα φύλαξης και ασφάλειας των Πανεπιστημίων, η Σύνοδος αναφέρθηκε σε προηγούμενες σχετικές συζητήσεις της και αποδέχτηκε τις αποφάσεις Συγκλήτων των Πανεπιστημίων.
Για το θέμα του νέου συστήματος εισαγωγής στα πανεπιστήμια, εκφράστηκαν διάφορες απόψεις και υπήρξε σύγκλιση στα ακόλουθα ζητήματα:
– Το νέο σύστημα και ιδιαίτερα η θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής συνεπάγεται μια σημαντική μείωση του συνολικού αριθμού των μαθητών/τριών που εισάγονται στα ΑΕΙ.
– Η Πολιτεία οφείλει να προνοήσει για τις εναλλακτικές μορφές υψηλού επιπέδου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης για τους νέους και τις νέες που δε θα έχουν τη δυνατότητα φοίτησης στα δημόσια ΑΕΙ. Ζητείται μέριμνα και μέτρα στήριξης ώστε να καλυφθεί αυτή η πρόνοια.
– Τα Περιφερειακά Πανεπιστήμια θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις ως προς τον αριθμό των εισακτέων τους από το νέο σύστημα εισαγωγής για λόγους που δεν συνδέονται με τις ακαδημαϊκές ή ερευνητικές τους επιδόσεις, αλλά με τη γεωγραφική και τη δημογραφική ενδοχώρα τους. Εκφράστηκε ιδιαίτερη ανησυχία για τη βιωσιμότητα μεγάλου αριθμού Τμημάτων των Περιφερειακών Ιδρυμάτων. Είναι απαραίτητο να υπάρξει μέριμνα για αυτό, ιδιαίτερα μάλιστα για Πανεπιστήμια η ίδρυση των οποίων συνδέθηκε με συγκεκριμένους εθνικούς και αναπτυξιακούς σκοπούς.
– Η χρηματοδότηση των Περιφερειακών Πανεπιστημίων πρέπει να αποσυνδεθεί από το ζήτημα του αριθμού εισακτέων.
Κατά τους πρυτάνεις, το παρόν αλλά και το προτεινόμενο εξεταστικό σύστημα δεν καλύπτει τις ακαδημαϊκές ανάγκες και τις γνωστικές προϋποθέσεις των Πανεπιστημιακών Τμημάτων. Απαιτείται η εισαγωγή νέων ή παλαιών γνωστικών αντικειμένων που να ανταποκρίνονται σε αυτόν τον σκοπό.
Για να επιτευχθεί η ποιοτική αναβάθμιση της φοίτησης, τα τμήματα και τα ακαδημαϊκά ιδρύματα θα πρέπει να έχουν άποψη τόσο για τους συντελεστές βαρύτητας των μαθημάτων, όσο και τον αριθμό και το περιεχόμενο των πανελλαδικά εξεταζόμενων μαθήματων εισαγωγής στα ΑΕΙ.
Τονίστηκε ότι, για να λειτουργήσει θετικά το νέο σύστημα εισαγωγής, χρειάζεται αλλαγή και του συστήματος μετεγγραφών, ώστε να μην επιβαρύνονται με υπερβολικούς αριθμούς φοιτητών/τριών τα κεντρικά πανεπιστήμια, ενώ θα μένουν κενές πολλές θέσεις σε αντίστοιχα τμήματα άλλων πανεπιστημίων.
Ως προς την επιβολή ανώτατου ορίου φοίτησης, εκφράστηκαν πολλές επιφυλάξεις με γνώμονα την άποψη ότι η διαγραφή φοιτητών/φοιτητριών δεν μπορεί να είναι μια οριζόντια διοικητική πράξη, καθώς η καθυστέρηση ολοκλήρωσης των σπουδών είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο (π.χ. εξειδίκευση διατάξεων για εργαζόμενους φοιτητές, μερική φοίτηση, εκτίμηση περιπτώσεων παράτασης). Τονίστηκε, επίσης, η διοικητική πολυπλοκότητα της υλοποίησης ενός τέτοιου οριζόντιου μέτρου.
Τα μέλη της συνόδου πρυτάνεων δεσμεύτηκαν να αποστείλουν στο ΥΠΑΙΘ προτάσεις σχετικές με τα άρθρα του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου.