Στις επετειακές εκδηλώσεις στο Σούλι, παρέστη η Κατερίνα Σακελλαροπούλου
Τις επετειακές εκδηλώσεις στο Σούλι, τίμησε με την παρουσία της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Οι επετειακές εκδηλώσεις έγιναν στον ιστορικό τόπο του Σουλίου, χωρίς τη συμμετοχή πολιτών, παρά μόνον ελάχιστων κατοίκων των χωριών του Σουλίου και εκπροσώπων της Πολιτείας και άλλων φορέων.
Στην αντιφώνησή της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά την προσφώνηση του δημάρχου Σουλίου κ. Καραγιάννη, αναφέρθηκε στην γενναιότητα και την αυτοθυσία των Σουλιωτών και όσων πολέμησαν ηρωικά όπως είπε για την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό, αλλά και για να μείνουν οι ίδιοι ανυπότακτοι και ελεύθεροι.
Με αναφορές σε ιστορικά γεγονότα και ηρωικές μορφές, όπως αυτές αναφέρονται σε κείμενα αγωνιστών ηρώων, αλλά και επιφανών ελλήνων, που έγραψαν για τους Σουλιώτες και τους αγώνες τους, η κα Σακελλαροπούλου τόνισε, πως το Σούλι, η αυτοθυσία των γυναικών στο Ζάλογγο, η έξοδος από τη Μονή Σέλτσου, η αντίσταση της Δέσπως Σέχου, η έξοδος του Μεσολογγίου και άλλα τόσα γεγονότα, παραμένουν βαθιά χαραγμένα στη συλλογική συνείδηση των ελλήνων, ταυτόχρονα ως «μύθος και πραγματικότητα».
Νωρίτερα, στην προσφώνησή του ο δήμαρχος Σουλίου Γ. Καραγιάννης αναφέρθηκε στο ιστορικό παρελθόν και την παρακαταθήκη του Σουλίου, αλλά και στις δυσκολίες των λιγοστών κατοίκων της περιοχής, σήμερα, που δίνουν το δικό τους δύσκολο αγώνα ασχολούμενοι κυρίως με την πρωτογενή παραγωγή.
Η κατάθεση στεφάνου
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας έφτασε στο Σούλι, λίγο μετά τις 11.30 και παρέστη στη Δοξολογία στον Ι.Ν Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, χοροστατούντος του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας κ. Τίτου.
Στη συνέχεια μετέβη την εκκλησία του Αγίου Δονάτου στον ιστορικό χώρο του Σουλίου όπου και ξεναγήθηκε. Ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση στο μνημείο των πεσόντων Σουλιωτών, προσκλητήριο νεκρών ηρώων και κατάθεση στεφάνου από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
«Τιμάμε τη μνήμη αυτών των τολμηρών ψυχών, των γυναικών του Ζαλόγγου, των ανδρών που τινάχτηκαν στον αέρα στο Κούγκι, των γενναίων πολεμιστών που πέρασαν από τούτα τα βουνά και τα λαγκάδια σαν ιερή φωτιά που θα καταυγάζει πάντα, με το λαμπρό της φως, τη μοίρα του ελληνισμού. Στο Σούλι, άνδρες και γυναίκες προσέδωσαν στην έννοια της αυτοθυσίας το πιο βαθύ περιεχόμενο. Τους ευγνωμονούμε για την ανδρεία τους και εμπνεόμαστε από το όραμά τους», δήλωσε αμέσως μετά την κατάθεση στεφάνου.
Στις εκδηλώσεις, την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Γ. Στύλιος, ενώ παρέστησαν ακόμη οι βουλευτές Θεσπρωτίας Β. Γιόγιακας και Μ. Κάτσης αντίστοιχα, η βουλευτής Ιωαννίνων Μ. Κεφάλα, ο περιφερειάρχης Αλ. Καχριμάνης, η πρόεδρος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» Γιάννα Αγγελοπούλου και εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης και φορέων.
Η ομιλία της Προέδρου
Η αντιφώνηση της Προέδρου της Δημοκρατίας έχει ως εξής: «Στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων το Σούλι είναι σύμβολο, μύθος και πραγματικότητα. Ή μάλλον είναι μια πραγματικότητα που μυθοποιήθηκε μέσα στον χρόνο, ακριβώς γιατί τα στοιχεία που την συναπάρτιζαν ήταν ηρωικά, ποιητικά. Ο τόπος ορεινός, άγριος, δυσπρόσιτος, φυσικά οχυρωμένος. Οι άνθρωποι ανυπότακτοι, αδούλωτοι στο φρόνημα, με ήθη αυστηρά και ισχυρό το αίσθημα της τιμής, μεγαλόψυχοι, φιλοπάτριδες. Όπως έγραψε ο Χριστόφορος Περραιβός, που γνώρισε τους Σουλιώτες όταν τον έστειλε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης για να τους μυήσει στην Επανάσταση, «όλη τους η γύμνασις παιδιόθεν είναι εις τα άρματα. Με αυτά τρώγουν, με αυτά κοιμούνται, με αυτά ξυπνούν». Άντρες, γυναίκες, παιδιά πολεμούν ισότιμα. Από το 1635, όταν σύμφωνα με την τοπική παράδοση άρχισαν να συγκρούονται με τους Οθωμανούς, με αποκορύφωμα τους πολέμους τους εναντίον του Αλή Πασά, η ανδρεία, η αυτοθυσία, η φλογερή προσήλωσή τους στο ιδανικό της ελευθερίας ενέπνευσαν σεβασμό και δέος. «Η διαυθέντευσις των Σουλιωτών κατά του της Ηπείρου τυράννου αρκετώς θέλει αποδείξει, ότι η Ελλάς γεννά ακόμη Λεωνίδας και Θεμιστοκλείς», έγραψε ο ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας. Το Σούλι, η θυσία των γυναικών του Ζαλόγγου, η ανατίναξη της μπαρουταποθήκης στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής στο Κούγκι από τον καλόγηρο Σαμουήλ, η γενναία αντίσταση της Δέσπως Σέχου στον πύργο του Δημουλά, η ηρωική έξοδος από τη Μονή του Σέλτσου και ο σφαγιασμός των πολιορκημένων, το άλμα των γυναικόπαιδων προς τον θάνατο μετά την κατάληψη της Μονής για να αποφύγουν τον εξανδραποδισμό και την ατίμωση, είναι κορυφαίες στιγμές μιας τραγικής και ένδοξης, πολύχρονης ιστορίας. Κρατώ τον συγκλονιστικό σχολιασμό του τέλους της δεκαοκτάχρονης άνισης πάλης των Σουλιωτών με τον «τρομερότερον των τυράννων Αλή Πασά», από τον Λάμπρο Κουτσονίκα, εγγονό του συμπολεμιστή των Μποτσαραίων γέρο Κουτσονίκα. Ο Λάμπρος Κουτσονίκας που έχασε παππού, πατέρα και θείο στη μάχη του Σέλτσου (1804) όταν ο ίδιος ήταν παιδί, θα αγωνιστεί αργότερα ως επικεφαλής μιας ένοπλης μονάδας στην Επανάσταση του 1821 και θα συγγράψει την «Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως». Από τις σελίδες της Ιστορίας του αντλώ ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Ο Αλή Πασάς, τον οποίον η κακή μοίρα αυτών έφερε εν τη γειτονία των, μη έχων ουδέν όσιον ουδ’ ιερόν εν εαυτώ, μετεχειρίσθη άπαντα τα μέσα των απιστιών, δολιοτήτων και πάσης μοχθηρίας, μαχόμενος και δολιευόμενος επί δεκαοεκτατείαν τους ελευθέρους αυτούς πατριώτας της Ηπείρου. Δια των μοχθηροτέρων μέσων, απεξένωσε μεν της πατρίδος αυτών, αλλά δεν ηδυνήθη να υποδουλώση, διότι οι ήρωες ούτοι Έλληνες επρόκριναν οι μεν με τα όπλα εις τας χείρας να αποθάνουν, ως οι εν Θερμοπύλαις Σπαρτιάται, οι δε δυνάμενοι, πατώντες επί των εχθρικών πτωμάτων, να διέλθουν και μεταναστεύσουν εις ελεύθερον κράτος, ουχί όμως και ποτέ να υποκύψωσι και να γίνωσι δούλοι των βαρβάρων τυράννων». Οι Σουλιώτες ήταν ταυτόχρονα συνεχιστές και διαμορφωτές του αντιστασιακού χαρακτήρα του ελληνικού λαού. Η γενναιότητα και η αυτοθυσία τους, θα μας εμπνέουν πάντα».