Μόλις τρεις στους δέκα εργαζόμενους καλύπτονται από το πλαίσιο συλλογικών συμβάσεων
Οι συλλογικές συμβάσεις στην Ελλάδα του 2024 είναι σχεδόν ανύπαρκτες, αφού μόλις οι τρεις στους δέκα εργαζόμενους καλύπτονται από τέτοιου είδους εργασιακό πλαίσιο. Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα παρουσιάζει μεγάλη απόσταση, και αυτό το κενό αναμένεται να καλύψει σχετική οδηγία που θα πρέπει να εφαρμοστεί στη χώρα έως τον Οκτώβριο, με βασική επιδίωξη τις αξιοπρεπείς αμοιβές για τη συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων.
Η μεγάλη διαφορά με τα ισχύοντα στην ΕΕ επιβεβαιώνεται από σχετική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία αναφέρει ότι «η συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών εργαζομένων της χώρας καλύπτεται μόνο από ατομικές συμβάσεις εργασίας».
Η οδηγία συνιστά στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασφαλίζουν ότι τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ωστόσο, στην Ελλάδα ο στόχος αυτός ίσως χρειαστεί περισσότερο χρόνο για να επιτευχθεί, όπως επίσης ίσως καθυστερήσει η επίτευξη του στόχου της κυβέρνησης για μέσο μισθό 1.500 ευρώ έως το 2027.
Αυτό συμβαίνει γιατί, πέρα από την εικόνα κατάρρευσης των συμβάσεων, τα στοιχεία δείχνουν ότι ακόμη και από τις ελάχιστες επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφηκαν το 2023 – δηλαδή 209 συμβάσεις – μόνο οι 59 προέβλεπαν κάποιες αυξήσεις μισθών, ενώ οι υπόλοιπες δεν περιλάμβαναν καθόλου μισθολογικές ρυθμίσεις.
Το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση θα ξεκινήσει τις διαδικασίες για την υιοθέτηση της προαναφερθείσας οδηγίας, έτσι ώστε, σύμφωνα με το σκεπτικό της ΕΕ, να υπάρξουν «επαρκείς κατώτατοι μισθοί». Ωστόσο, παραμένει μεγάλο πρόβλημα το γεγονός ότι μόλις το 30% των εργαζομένων διαμορφώνει τις αμοιβές του μέσω συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Τι προβλέπει η οδηγία της ΕΕ
Η συγκεκριμένη οδηγία επιτάσσει τα κράτη-μέλη να καλύπτουν τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων τους με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα προσδιορίζουν το ύψος των αμοιβών. Επιπλέον, απαιτεί να καταρτιστεί ένα σχέδιο προώθησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων, προκειμένου να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος. Το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει σαφές χρονοδιάγραμμα και συγκεκριμένα μέτρα για τη σταδιακή αύξηση του ποσοστού κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Ενώ η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται να κυρώσει τη συγκεκριμένη οδηγία – πιθανότατα προς το τέλος του έτους – η εικόνα στην ελληνική αγορά εργασίας όσον αφορά τις συμβάσεις είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με όσα επιτάσσει η Ευρώπη. Τα επίσημα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας δείχνουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών εργαζομένων καλύπτονται μόνο από ατομικές συμβάσεις εργασίας, ενώ οι αυξήσεις στις κατώτατες αποδοχές αφορούν ένα μικρό μέρος του συνόλου.
Το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2023, υπογράφηκαν 209 νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, οι οποίες αφορούν 137.179 μισθωτούς. Από αυτές, μόνο 59 συμβάσεις προβλέπουν αυξήσεις μισθών, ενώ οι υπόλοιπες δεν περιλαμβάνουν μισθολογικές ρυθμίσεις.
Οι κλαδικές συμβάσεις εργασίας
Λίγες είναι οι κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις εργασίας που επηρέασαν τους μισθούς το 2023 δίνοντας υψηλότερες αυξήσεις από τα κατώτατα όρια, όπως:
Η τριετής σύμβαση για τις τράπεζες (Απρίλιος 2022), που προβλέπει αυξήσεις 2% από 1.10.2022, 1% από 1.12.2023 και 2,5% από 1.12.2024.
Η διετής σύμβαση για τα ξενοδοχεία (Δεκέμβριος 2022) με αυξήσεις 5,5% από 1.1.2023 και 5,0% από 1.1.2024.
Η σύμβαση για την καπνοβιομηχανία (Απρίλιος 2023) με αυξήσεις 4%-6,8% για ολόκληρη τη διετία 2023-2024.
Η διετής σύμβαση του επισιτισμού (τροφίμων και ποτών – Ιούνιος 2023, που αφορά περίπου 400.000 μισθωτούς) με αυξήσεις 5,5% από 1.6.2023 και 5% από 1.6.2024.
Η διετής σύμβαση της τσιμεντοβιομηχανίας (Δεκέμβριος 2023) με αυξήσεις 5% από 1.1.2023, 5% από 1.4.2023 και 4% από 1.1.2024 (δεν είχαν δοθεί αυξήσεις το 2021 και το 2022).