Εγκρίθηκε με τις ψήφους της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην Ολομέλεια της Βουλής, το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, που είχε συγκεντρώσει τα πυρά της αντιπολίτευσης.
Κατόπιν αιτήματος του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και του ΚΚΕ για διεξαγωγή ονομαστικής ψηφοφορίας (επί της αρχής και επί των επίμαχων άρθρων που προβλέπουν τη δυνατότητα απασχόλησης γιατρών του ΕΣΥ στον ιδιωτικό τομέα, και την προκήρυξη θέσεων γιατρών ΕΣΥ με καθεστώς μερικής απασχόλησης), επί 297 ψηφισάντων, 156 βουλευτές της Ν.Δ. ψήφισαν «ναι», ενώ 141 βουλευτές της αντιπολίτευσης ψήφισαν «όχι».
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ασημίνα Γκάγκα κλείνοντας τη διήμερη συζήτηση είχε πει ότι ο στόχος ενός συστήματος υγείας δεν είναι η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών, αλλά ασφαλείς υπηρεσίες.
Η κ. Γκάγκα είπε ότι το σύστημα φυλλοροεί εδώ και χρόνια και η απάντηση δεν είναι ο μισθός 2.000 ευρώ για τους γιατρούς που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Δώσαμε 2.000 ευρώ αφορολόγητα και ήρθαν ελάχιστοι. Δεν είναι το οικονομικό το πρώτο κίνητρο, αλλά η εξειδίκευση εργασίας, η ελευθερία και η αξιοπρέπεια που μπορεί να έχει ένας γιατρός», τόνισε η κ. Γκάγκα, αναφερόμενη στη δυνατότητα που δίδεται στους γιατρούς του ΕΣΥ να ασκούν και ιδιωτικό έργο έως δύο απογεύματα την εβδομάδα.
Η κ. Γκάγκα, που κάλεσε όλες τις δυνάμεις να ψηφίσουν το νομοσχέδιο, είπε ότι ακόμα και εάν δεν το πράξουν «το νομοσχέδιο θα περάσει, και θα είναι καλό για την κοινωνία». Εξέφρασε, δε, την πεποίθηση ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι και πάλι του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία θα συνεχίσει με συνέπεια και με σταθερότητα να είναι δίπλα σε κάθε πολίτη, σε κάθε γιατρό και κάθε εργαζόμενο στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Η Μ. Τζούφη
«Στεκόμαστε αντιδιαμετρικά απέναντι στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης που ιδιωτικοποιεί τη δημόσια περίθαλψη, που καταργεί το ΕΣΥ και αρνούμαστε να γυρίσουμε στην εποχή πριν την ίδρυσή του», τόνισε, εξάλλου, η Μερόπη Τζούφη στη Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου.
Η βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπογράμμισε πως «το σχέδιο νόμου βρίσκεται στην αντίπερα όχθη των αναγκών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και αδιαφορεί για τα διδάγματα που προέκυψαν από την πανδημία και την ανάγκη ενδυνάμωσης των δημόσιων υποδομών. Αντίθετα, η κυβέρνηση επιλέγει τη συμμαχία με τους ιδιώτες και τα συμφέροντα που ωφελούνται από τη διάλυση του ΕΣΥ».
Στη συνέχεια σημείωσε πως «η ΝΔ είχε ως διακηρυγμένο στόχο την ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ πριν τις εκλογές του 2019 και πως η πανδημία καθυστέρησε τα σχέδια της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πλέον, αφού τελειώσαμε -υποτίθεται- με την πανδημία και το ΕΣΥ είναι πλέον βαριά επιβαρυμένο, αποτελεί εύκολη λεία προς ιδιωτικοποίηση».
Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επεσήμανε πως με το νέο πλαίσιο «οι ασθενείς για να εξυπηρετηθούν, οδηγούνται είτε στα επί πληρωμή απογευματινά ιατρεία των νοσοκομείων είτε στον ιδιωτικό τομέα». Μάλιστα ανέφερε πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να εξασφαλίσει τη δωρεάν περίθαλψη όλων των ανασφάλιστων εν μέσω μνημονίων και χρεωκοπίας, ενώ σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ περνά στην επί πληρωμή περίθαλψη των ασφαλισμένων, γυρίζοντας το σύστημα φροντίδας και περίθαλψης 40 χρόνια πίσω. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά: «τότε που για να καταφέρουν οι ασθενείς να έχουν πρόσβαση έπρεπε να έχουν χρήματα ή πολιτικό μέσον. Συχνά και τα δύο».
Υπογράμμισε πως όλοι οι άμεσα εμπλεκόμενοι, οι γιατροί και οι νοσηλευτές που στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν το δημόσιο σύστημα υγείας όλα αυτά τα χρόνια, ζητούν την απόσυρση του νομοσχεδίου, γιατί γνωρίζουν πως η επόμενη μέρα θα είναι δυστοπική, γεμάτη με αχρείαστους ανταγωνισμούς και ναρκοθετημένη από τους κανόνες της αγοράς.
Κλείνοντας ανέφερε χαρακτηριστικά πως «ακόμα και αν ψηφιστεί, θα μείνει στα χαρτιά μέχρι να καταργηθεί από την επόμενη προοδευτική διακυβέρνηση που θα προκύψει σύντομα στις εκλογές».
Τέλος, στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου, η Μερόπη Τζούφη και ο Ανδρέας Ξανθός κατέθεσαν τροπολογία με θέμα: «Προσμέτρηση προϋπηρεσίας σε ΤΟΜΥ του άρθρου 106 του ν. 4461/2017 για την βαθμολογική εξέλιξη ιατρών ΕΣΥ».
Οι δύο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τονίζουν πως το υπουργείο Υγείας οφείλει να προσμετρήσει την προϋπηρεσία των ιατρών που εργάστηκαν σε τοπικές μονάδες υγείας (ΤΟΜΥ) και πλέον υπηρετούν σε μόνιμες θέσεις του ΕΣΥ, με το χρόνο εργασίας να συνυπολογίζεται στη βαθμολογική τους εξέλιξη.
Όπως αναφέρουν «η προϋπηρεσία σε ΤΟΜΥ είναι εργασία εντός του ΕΣΥ και ουσιωδώς όμοια με την υπηρεσία σε θέση Επικουρικού Ιατρού του ΕΣΥ για μονάδες ΠΦΥ και κατά συνέπεια, η μη-προσμέτρηση της προϋπηρεσίας σε ΤΟΜΥ συνιστά άνιση μεταχείριση που πρέπει να διορθωθεί άμεσα».