Η Περιφέρεια ξεκαθαρίζει πως θα προσβάλλει την απόφαση τόσο διοικητικά όσο και δικαστικά – «Μπαράζ» αντιδράσεων από το Επιμελητήριο Θεσπρωτίας, τον Σύλλογο Ιχθυοκαλλιεργητών Θεσπρωτίας και τον Φορέα Διαχείρισης Υδατοκαλλιεργειών της περιοχής
Τεράστιες αντιδράσεις έχει προκαλέσει η απόφαση αδειοδότησης εγκατάστασης μονάδας αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίμων και ασφάλτου στη Λωρίδα Σαγιάδας, μια απόφαση που πάρθηκε από το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Ειδικότερα, το υπουργείο χορήγησε στις 16 Νοεμβρίου, έγκριση εγκατάστασης μονάδας αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίμων και ασφάλτου, στη θέση «Μανδήλα» Λωρίδας Σαγιάδας, με πρόβλεψη μάλιστα της τροφοδοσίας της, μέσω θαλάσσης, με τάνκερ και κατασκευή λιμενικών εγκαταστάσεων, σε μια περιοχή στην οποία βρίσκεται εγκατεστημένο το σύνολο σχεδόν των μονάδων ιχθυοκαλλιεργειών της Θεσπρωτίας.
Οι αντιδράσεις άμεσα ήταν πολλές, από φορείς της περιοχής, αλλά και από την Περιφέρεια Ηπείρου, η οποία αποφάσισε να προσφύγει κατά της απόφασης.
Ειδικότερα η Περιφέρεια σε ανακοίνωσή της, αναφέρει και τα εξής:
«1) Στη θαλάσσια περιοχή της Σαγιάδας έχουν εγκατασταθεί από το 1989 πλήθος ιχθυοκαλλιεργειών, που λειτουργούν με νόμιμες άδειες. Οι περισσότερες από τις μονάδες αυτές έχουν χρηματοδοτηθεί με σημαντικά κεφάλαια αρκετών εκατομμυρίων ευρώ από Εθνικούς και Κοινοτικούς πόρους για την ίδρυση ή και τον εκσυγχρονισμό τους, στα πλαίσια επενδυτικών σχεδίων από Επιχειρησιακά και Τομεακά Προγράμματα.
Σήμερα ο συνολικός τζίρος του κλάδου υπερβαίνει τα 65.000.000 ευρώ ανά κύκλο εκτροφής, προσφέροντας 450 θέσεις εργασίες, οι οποίες με τις εν εξελίξει αδειοδοτήσεις θα αυξηθούν στις 1.000 περίπου, χωρίς να συνυπολογίζονται οι θέσεις σε υποστηρικτικές του κλάδου δραστηριότητες.
Ο τοπικός κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας στην Π.Ε. Θεσπρωτίας υπερβαίνει το 12,5% της εθνικής παραγωγής και συνολικά το 5,5% της Μεσογειακής παραγωγής σε τσιπούρα και λαβράκι – με την Ελλάδα να είναι η μεγαλύτερη παραγωγός τους παγκοσμίως- αποτελώντας τον δυναμικότερο κλάδο της πρωτογενούς παραγωγής της χώρας μας και μάλιστα εξαγώγιμο. Τα μεγέθη αυτά καθιστούν τις ιχθυοκαλλιέργειες της Λωρίδας Σαγιάδας σημαντικό κλάδο όχι μόνο της περιφερειακής αλλά και της εθνικής οικονομίας.
Σημειώνεται ότι τα 2/3 των εξαγωγών της Περιφέρειας Ηπείρου είναι τρόφιμα με προϊόντα αιχμής τα ιχθυηρά (μερίδιο 32% επί των συνολικών εξαγωγών της και 84% επί των συνολικών εξαγωγών της Π.Ε. Θεσπρωτίας, όπως προκύπτει από στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.), προς τα οποία και προσανατολίζονται οι επενδυτικές δραστηριότητες και απορροφήσεις πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με αυτά τα δεδομένα, η Περιφέρεια Ηπείρου σε συνέργια με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχει προωθήσει «καλάθι αγροτικών προϊόντων» για την ανάπτυξη και την τόνωση της τοπικής οικονομίας, στο οποίο τα θαλασσινά ψάρια υδατοκαλλιέργειας (τσιπούρα, λαβράκι) έχουν αξιολογηθεί ως Προϊόντα Εθνικής Σημασίας με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η παραγόμενη ποιότητα των ιχθυηρών της περιοχής είναι διεθνώς αναγνωρισμένη, γι’ αυτό και εξάγεται σχεδόν στο σύνολό της.
2) Η υλοποίηση της αδειοδοτηθείσας μονάδας στην περιοχή-και μάλιστα σε οικολογικά ευαίσθητη περιοχή (πλησίον των παλαιών εκβολών του ποταμού Καλαμά)-αυταπόδεικτα εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ομαλή λειτουργία των νομίμως προϋφιστάμενων μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας και θα αποτελέσει μια μόνιμη ‘’βόμβα’’ για την περιοχή.Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τη διαρροή πετρελαιοειδών στο θαλάσσιο χώρο τόσο σε ομαλές όσο και πρωταρχικά σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση,η διακίνηση και αποθήκευση πετρελαιοειδών μέσω της θάλασσας ανάμεσα από πυκνές ιχθυοκαλλιέργειες είναι ασύμβατη με τη λειτουργία των νόμιμα υφιστάμενων υδατοκαλλιεργειών, ακόμη και αν διασφαλίζεται η λήψη των πλέον ενδεδειγμένων μέτρων ασφαλείας, όπως έχει διαπιστωθεί από την Ειδική Γραμματεία Περιβάλλοντος ήδη από το 2011. Άλλωστε για τέτοιες δραστηριότητες προβλέπεται χωροθέτηση πλησίον του λιμανιού της Ηγουμενίτσας.
Επιπλέον, η αρνητική δημοσιότητα που κατά πάσα βεβαιότητα θα δοθεί από ανταγωνιστές γειτονικών χωρών (π.χ. Τουρκία) στην εγκατάσταση και λειτουργία μονάδας αποθήκευσης πετρελαιοειδών, η τροφοδοσία της οποίας, μάλιστα, γίνεται δια θαλάσσης, σε μία από τι περιοχές της χώρας με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας, είναι προφανές ότι θα αποβεί ζημιογόνα για το σύνολο της εξαγωγικής δραστηριότητας προϊόντων ιχθυοκαλλιεργειών της Π. Ε. Θεσπρωτίας αλλά δυνάμει και όλης της χώρας, καθώς είναι πλέον ή βέβαιο ότι θα αποφευχθεί η κατανάλωσή τους από το απαιτητικό και οικολογικά συνειδητοποιημένο καταναλωτικό κοινό των ευρωπαϊκών αγορών, στους οποίους κατ’ αποκλειστικότητα σχεδόν απευθύνονται. Άλλωστε η εξασφάλιση και κατοχύρωση των διεθνών αγορών έχει επιτευχθεί μέσω παραγωγής προϊόντων υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας, που με την εγκατάσταση της μονάδας υποβαθμίζονται.
Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η Περιφέρεια Ηπείρου αυτονόητα θα προσβάλλει την απόφαση τόσο διοικητικά όσο και δικαστικά – όπως έχει πράξει και στα προηγούμενα στάδια – μέχρις εξαντλήσεως όλων των ενδίκων μέσων στα εθνικά και ευρωπαϊκά όργανα και δικαστήρια, προκειμένου να προστατευθεί το περιβάλλον, η δημόσια υγεία, η οικονομία και η ανάπτυξη της περιοχής».
Το Επιμελητήριο Θεσπρωτίας
Άμεση ήταν και η αντίδραση του Επιμελητηρίου Θεσπρωτίας, το οποίο και απέστειλε επιστολή διαμαρτυρίας προς τον Πρωθυπουργό.
Αρχικά στην επιστολή αναφέρονται τα εξής: «Απευθυνόμαστε στο πρόσωπό σας διαμαρτυρόμενοι για την προσπάθεια καταστροφής ενός σημαντικού τμήματος του κλάδου της Ελληνικής Υδατοκαλλιέργειας που λαμβάνει χώρα αυτή τη στιγμή με Απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Επίσης απευθυνόμαστε σε εσάς διότι υφίσταται τεράστια απόκλιση απόψεων, ερμηνειών της νομοθεσίας, αποτίμηση του συμφέροντος της Εθνικής Οικονομίας αλλά και ασυμφωνία των συναρμόδιων Υπουργείων που εποπτεύετε, για την τρόπο επίτευξης της Ανάπτυξης της χώρας».
Και στη συνέχεια το Επιμελητήριο αναφέρεται σε χρονικό της υπόθεσης και στη δράση του κλάδου των ιχθυοκαλλιεργειών και καταλήγοντας αναφέρει, απευθυνόμενο προς τον Πρωθυπουργό: «Επειδή η κοινή λογική (πλην μάλλον ορισμένων στελεχών της Κυβέρνησης) αντιλαμβάνεται ότι η πιθανότητα θαλάσσιας ρύπανσης δεν είναι ακραία σε περιπτώσεις εγκαταστάσεων ασφαλτικών και πετρελαιοειδών και πως όποια ρύπανση υπάρξει, θα εξαπλωθεί άμεσα σε όλη την περιοχή.
Επειδή υφίσταται το σχετικό ΠΔ για την ίδρυση της ΠΟΑΥ και βάσει του οποίου αλλά και της σχετικής με την υδατοκαλλιέργεια νομοθεσία δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση άλλων δραστηριοτήτων στην περιοχή, πόσο δε μάλλον ρυπογόνων
Επειδή ο κλάδος της υδατοκαλλιέργειας αποτελεί σημαντικότατο πνεύμονα ανάπτυξης της ακριτικής περιοχής μας αλλά και για την Εθνική Οικονομία, τόσο λόγω των Εσόδων όσο και του αριθμού απασχόλησης εργαζομένων
Επειδή η εγκατάσταση μονάδων καυσίμων κι ασφάλτου στην ευρύτερη περιοχή υποβαθμίζει άμεσα το προϊόν του κλάδου και προσθέτει ένα άμεσο και ορατό κίνδυνο καταστροφής του
Επειδή δεν αντιλαμβανόμαστε τι μπορεί να έχει αλλάξει μέσα σε διάστημα έξι μηνών, από την έκδοση του ΠΔ μέχρι την έκδοση της ανωτέρω Απόφασης μέσα στο ίδιο Υπουργείο… Σας καλούμε να εξετάσετε άμεσα και χωρίς αναίτια καθυστέρηση το οικονομικό και περιβαλλοντικό έγκλημα που δρομολογείται με ευθύνη του Υπουργείου και να ενεργήσετε για την επανεξέταση της χορηγηθείσας Απόφασης και την ανάκλησή της άμεσα».
Ο Σύλλογος Ιχθυοκαλλιεργητών Θεσπρωτίας
Σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ιχθυοκαλλιεργητών Θεσπρωτίας, σημειώνει αρχικά πως «με έκπληξη, αγανάκτηση και οργή παρακολουθούμε για μια ακόμα φορά την πολιτεία να αυτοαναιρείται και ταυτόχρονα να δυναμιτίζει, όχι μόνο τις επιχειρήσεις μας, αλλά και την ανάπτυξη και την προοπτική του τόπου».
Και στη συνέχεια αναφέρει μεταξύ άλλων: «Μια δραστηριότητα που εγκυμονεί κινδύνους όχι μόνο για τον μεγαλύτερο παραγωγικό εξαγωγικό κλάδο της Ηπείρου που είναι οι ιχθυοκαλλιέργειες, αλλά και για το περιβάλλον και τον τουρισμό τόσο της Θεσπρωτίας όσο και της Κέρκυρας. Η συγκεκριμένη «επένδυση» επιχειρείται να εγκατασταθεί στην περιοχή μας από το 2001. Οι αντιδράσεις και η αρνητικές γνωμοδοτήσεις των τοπικών αρχών και φορέων, ήταν και είναι σύσσωμες και καθολικές.
Κι όμως, κάποιοι, εκτός Θεσπρωτίας και εκτός Ηπείρου, αποφασίζουν να θέσουν σε κίνδυνο 28 μονάδες υδατοκαλλιέργειας, 450 εργαζόμενους, τον τουρισμό της Θεσπρωτίας και της Κέρκυρας, για μια δραστηριότητα που ουδείς έχει αντιληφθεί 21 χρόνια τώρα ποιες «ιδιαίτερες ανάγκες» της Θεσπρωτίας, της Ηπείρου ή της χώρας, θα εξυπηρετήσει. Αδυνατούμε να εξηγήσουμε ποιος ιθύνων νους δεν αντιλαμβάνεται πως η συνύπαρξη πετρελαιοειδών και ιχθυοκαλλιέργειας δεν είναι εφικτή καθώς η παραμικρή θαλάσσια θα εξαπλωθεί άμεσα σε όλη την περιοχή, καταστρέφοντας για χρόνια το περιβάλλον και κατά συνέπεια τις επιχειρήσεις μας, θέτοντας σε κίνδυνο τις 450 θέσεις εργασίας που οι υδατοκαλλιέργειες προσφέρουν στον τόπο και τις ακόμα 450 που προβλέπεται να δημιουργηθούν άμεσα, μετά τη χωροθέτηση της ΠΟΑΥ.
Ζητάμε την άμεση ανάκληση της παράλογης αυτής έγκρισης. Σημειώνουμε πως οι φορείς και οι κάτοικοι της Θεσπρωτίας, αυτοί που βρίσκονται στα σύνορα της Ελλάδας, έχουν αποδείξει όποτε χρειάστηκε με δυναμικές κινητοποιήσεις, ότι οι καταστροφικοί σχεδιασμοί που γίνονται πίσω από τις πλάτες μας, δεν γίνονται ανεκτοί».
Ο Φορέας Διαχείρισης
Τέλος, ανακοίνωση εξέδωσε και ο Φορέας Διαχείρισης της περιοχής Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) Π.Ε. Θεσπρωτίας.
Μεταξύ άλλων σημειώνει και τα εξής: «Ως Φορέας Διαχείρισης της Περιοχής Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών Θεσπρωτίας και εκπροσωπώντας το σύνολο των υδατοκαλλιεργητών του Νομού μας, δηλώνουμε την κατηγορηματική αντίθεσή μας στη συγκεκριμένη «εγκατάσταση» και καλούμε το Υπουργείο που έδωσε την έγκριση για την συγκεκριμένη δραστηριότητα να την ανακαλέσει άμεσα.
Καλούμε δε τις τοπικές αρχές και φορείς, για μια ακόμη φορά, να κάνουν σαφείς με αποφάσεις τους, ότι η ανάπτυξη και το μέλλον του τόπου μας, δεν είναι διαπραγματεύσιμο, ούτε βορά στα επιχειρηματικά σχέδια οποιουδήποτε. Αν η κυβέρνηση θέλει να κάνει κάτι για τις ιχθυοκαλλιέργειες της Θεσπρωτίας, τουλάχιστον πρώτα ας μην τις υποβαθμίζει με ενέργειες που ελλοχεύουν τεράστιους κινδύνους για την ασφαλή και εύρυθμη λειτουργία τους. Και πάλι θα παλέψουμε, όπως άλλωστε κάνουμε τόσα χρόνια, με όλους τους δυνατούς τρόπους, για να μη συντελεστεί το περιβαλλοντικό αυτό έγκλημα στην περιοχή μας».
Ρεπορτάζ Βασίλης Λούπας