Μέσα από σύγχρονες μορφές εκπαίδευσης και εξειδίκευσης οι παραδοσιακές τέχνες μπορούν να αποκτήσουν νέα προοπτική, κάτι που αποτελεί και στόχο του υπ. Πολιτισμού, μέσα από την υλοποίηση προγραμμάτων «επανασύστασης» παραδοσιακών τεχνικών.
Μία τέτοια είναι και η Υφαντική, που μαζί με την ξυλογλυπτική και την κεραμική σε πρώτη φάση, μπαίνουν στο επίκεντρο με τη δημιουργία τριών σχολών σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Το Μέτσοβο θα αποτελέσει ένα από τα εθνικά αυτά επίκεντρα με τη σύσταση και λειτουργία Επαγγελματικής Σχολής Κατάρτισης (ΕΣΚ) στην τέχνη της υφαντικής.
Περιοδεία του Υφυπουργού
Ο υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιος για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού Νικ. Γιατρομανωλάκης, πραγματοποιεί από τη Δευτέρα τριήμερη περιοδεία στην περιοχή και ο πρώτος σταθμός ήταν το Μέτσοβο. Συναντήθηκε με τον δήμαρχο Κων. Τζαφέα και μίλησε για την υλοποίηση του προγράμματος που σχετίζεται με την ανάδειξη παραδοσιακών μορφών χειροτεχνίας.
«Αυτό που θέλουμε, είναι να δούμε πως παραδοσιακές τέχνες μπορούν να ενταχθούν σε ένα νέο, σύγχρονο περιβάλλον, αποκτώντας τη δυναμική που μπορούν να έχουν και τις αναπτυξιακές προοπτικές, που αφορούν συνολικά τις περιοχές της χώρας, στις οποίες έχουν τη συγκεκριμένη παράδοση. Στη φιλοσοφία μας είναι, πως η παράδοση δε μπορεί να είναι μόνο ως τμήμα του παρελθόντος και της ιστορίας, αλλά να είναι παρούσα και στο παρόν και στο μέλλον. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν να λειτουργήσουν και να δώσουν αναπτυξιακές προοπτικές στον τόπο. Πιστεύουμε ιδιαίτερα σε αυτή τη δυναμική της χειροτεχνίας, ενισχύοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής και παρέχοντας νέες ευκαιρίες απασχόλησης», ανέφερε ο κ. Γιατρομανωλάκης.
Ο Δήμαρχος
Ο δήμαρχος Μετσόβου Κων. Τζαφέας από την πλευρά του έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ιδρύματα του Μετσόβου, που στηρίζουν διαχρονικά την παράδοση, αλλά και στη διασύνδεση των προοπτικών αυτών, με τον τουρισμό. Τέλος, κατέθεσε υπόμνημα στον κ. Γιατρομανωλάκη, σχετικά με την γραφειοκρατική και όχι μόνο, ολοκλήρωση των διαδικασιών λειτουργίας και πιστοποίησης των δύο Λαογραφικών Μουσείων του Μετσόβου, τα ένα εκ των οποίων ανήκει στον Δ. Μετσόβου, για να αποκτήσει τη δυνατότητα της υποβολής προτάσεων για χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά προγράμματα.