Παραμένει η αυξημένη επικινδυνότητα υβαριάς νόσησης για τους άνω των 60 ετών που πρέπει να εμβολιαστούν και για τον κορωνοϊό και για τη γρίπη, λέει η Ε. Ντζάνη
Δεν υπάρχει δικαιολογία για την οποιαδήποτε διστακτικότητα έναντι του εμβολιασμού και μάλιστα του «διπλού» τη συγκεκριμένη περίοδο, δηλαδή και για τον κορωνοϊό και για την γρίπη, επισημαίνει η επιστημονική κοινότητα, απευθύνοντας έκκληση στους άνω των 60 ετών, να συμβουλευτούν τον θεράποντα ιατρό τους και να προγραμματίσουν τη χορήγηση και των δύο εμβολίων.
Αυτό επισήμανε μεταξύ άλλων η Ευαγγελία Ντζάνη, αν. Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και υπεύθυνη του Εργαστηρίου Υγιεινής και Επιδημιολογίας μιλώντας το πρωί της Δευτέρας στο ITV, σε μία περίοδο που όπως παραδέχθηκε, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, δείχνει να έχει ξεψχάσει τον κορωνοϊό, κάτι όμως που δεν κάνει η ίδια η λοίμωξη. Τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη της εμφάνιση, η λοίμωξη της covid-19 εξακολουθεί να είναι παρούσα σε όλον τον κόσμο, ευτυχώς όμως με τις παραλλαγές και τα νέα στελέχη που εντοπίζονται να διακρίνονται από το χαμηλό επίπεδο νοσηρότητας. Αυτό όμως δε σημαίνει πως ο κορωνοϊός έπαψε να υπάρχει όωπς ανέφερε η κα Ντζάνη, επικαλούμενη άλλωστε τα στοιχεία των εβδομαδιαίων ανακοινώσεων του ΕΟΔΥ που καταγράφει δεκάδες θανάτους και στη χώρα μας και ακόμη περισσότερες νοσηλείες.
«Αυτό που μπορύμε σήμερα να πούμε, είναι πως η λοίμωξη της covid είναι παρούσα και είναι η προεξάρχουσα λοίμωξη του αναπνευστικού που εξακολουθεί να μας απασχολεί, αοφύ η γρίπη δεν έχει ακόμη εμφανιστεί. Παρότι όμως η ομάδα άνω των 60 ετών είναι εκείνη η ομάδα που ευθύνεται λιγότερο από κάθε άλλη, για την μετάδοση και διασπορά της λοίμωξης, έχει πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να μπουν στο νοσοκομείο και 30 φορές περισσότερες πιθανοτητες να καταλήξουν σε σχέση με τους κάτω των 60 ετών. Θα πρέπει λοιπόν ο καθένας να σταθμίσει τον κίδνυνο για τον εαυτό του και να αναλάβει την πρωτοβουλία για τη δυνατότητα που έχει να προστατεύσει τον εαυτό του, απευθυνόμενος στον ιατρό του. Τόσα χρόνια μετά και έπειτα από τόσες δόσεις εμβολίων δε δικαιολογείται να υπάρχει η παραμικρή διστακτικότητα για τον εμβολιασμό σε συνδυασμό με τον εμβολιασμό κατά της γρίπης», ανέφερε η κα Ντζάνη που παραδέχθηκε, πως έχει ατονήσει σε εθνικό, αλλά και διεθνές επίπεδο η πολιτική δημόσιας υγείας για την ενημέρωση – ευαισθητοποίηση του κοινού.
Ένα Κέντρο επιτήρησης
με διεθνή «σφραγίδα»
Στο μεταξύ, το Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων είναι ένα από τα ελάχιστα της χώρας που μετέχει στην διεθνή πρωτοβουλία για την περιβαλλοντική επιτήρηση νοσημάτων και πολιτικών υγείας αλλά και παρακολούθησης των μικροβιολογικών τους δεδομένων. Η παρακολούθηση αυτή αφορά και τη λοίμωξη της covid, όπως όμως και της γρίπης και του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV) .
«Το επόμενο βήμα για εμάς είναι να γίνει αποδεκτή η πρότασή μας ώστε να δημιουργήσυμε και να συμμετέχουμε σε ένα διεθνές αποκαλούμενο super site που θα καταγράφει την περιβαλλοντική επιτήρηση παντού και στοχευμένα. Σε επίπεδο Ηπείρου δηλαδή, έχουμε ζητήσει εκτός από το να συνεχιστεί η επιτήρηση με την εξέταση και ανάλυση των λυμάτων και με τις νέες μεθοδολογίες που προσφέρουν περισσότερα και ασφαλέστερα αποτελέσματα, να έχουμε αντίστοιχη επιτήρηση στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας, στα σύνορα με την Αλβανία, στα αεροδρόμια, αλλά και σε ευαίσθητες δομές όπως είναι τα Γηροκομεία», ανέφερε η κα Ντζάνη.