Την δική της τοποθέτηση, έκανε η Μερόπη Τζούφη, βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, κατά τη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας & Δικαιωμάτων του Ανθρώπου παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου
Μεταξύ άλλων η κα. Τζούφη ανέφερε και τα εξής: «Τιμούμε σήμερα τις γυναίκες στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, έχοντας κατά νου πως δεν είναι μια μέρα γιορτής, αλλά μια μέρα ευαισθητοποίησης και υπενθύμισης πως ο αγώνας συνεχίζεται. Σήμερα, 111 χρόνια από την καθιέρωσης της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, θυμόμαστε και τιμούμε τους αγώνες όλων εκείνων των γυναικών που πήραν την υπόθεση της χειραφέτησης στα χέρια τους.
«Ξεγύμνωσαν» την έμφυλη ανισότητα και αγωνίστηκαν ώστε να κατακτήσουν σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, όπως να έχουν ίσο ρόλο στην οικογένεια, να έχουν την αυτοκυριαρχία του σώματός τους, να μορφώνονται, να εργάζονται και να αμείβονται δίκαια, να ψηφίζουν και να καταλαμβάνουν δημόσια αξιώματα. Ωστόσο, όλες και όλοι θα συμφωνήσουμε πως, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, οι κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος δοκιμάζονται και αμφισβητούνται, με την έμφυλη ισότητα να παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα.
Επιτρέψτε μου να κάνω μια γλωσσολογική αναφορά, η οποία είναι όμως βαθιά πολιτική και αποκρυσταλλώνει μια σειρά από κοινωνικές αντιλήψεις, στερεότυπα και ανισότητες. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας, έχουμε μια γυναίκα στη θέση της Προέδρου της Δημοκρατίας. Η προσφώνηση «κυρία Πρόεδρος» φαίνεται να είναι η πιο εύλογη επιλογή, η οποία όμως έχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Δηλώνει πως μια γυναίκα για να υπάρξει γλωσσικά σε ένα ανώτερο αξίωμα, εν προκειμένω στο ανώτατο πολιτειακό, πρέπει να είναι άντρας. Πρόεδρος δηλαδή και όχι οποιοδήποτε άλλο θηλυκό ουσιαστικό. Είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει.
Συνεχίζω, επίσης με μια κοινή διαπίστωση. Ολόκληρος ο πλανήτης είναι αντιμέτωπος με την υγειονομική κρίση και η χώρα μας, αντιμέτωπη με μια νέα οικονομική κρίση με πολλαπλές συνέπειες σε βάρος των γυναικών. Σημειώνω ενδεικτικά, πως τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την περίοδο της πανδημίας, δείχνουν αύξηση της ανεργίας η οποία επηρεάζει τις γυναίκες περισσότερο από τους άνδρες κατά 6 με 8 μονάδες. Επίσης, η εξάπλωση της πανδημίας επιδεινώνει τις υπάρχουσες ανισότητες μεταξύ των φύλων. Οι καταγγελίες για φαινόμενα έμφυλης και ενδο-οικογενειακής βίας έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, ενώ οι κυβερνητικές επιλογές μετατροπής του δημόσιου σύστηματος υγείας σε νοσοκομεία για μια μόνο νόσο -αυτή του κορονοϊού- παρεμποδίζουν την πρόσβαση της πλειοψηφίας των πολιτών στη περίθαλψη. Στο πλαίσιο αυτό, οι γυναίκες στερούνται την πρόσβαση ακόμα και σε τετριμμένες – όμως απαραίτητες- ιατρικές εξετάσεις που σχετίζονται με την αναπαραγωγική και σεξουαλική τους υγεία.
Απ’ την άλλη πλευρά οι γυναίκες είναι αυτές που πρωταγωνιστικά πάλεψαν και εξακολουθούν να παλεύουν στην πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στην πανδημία, γιατρίνες, νοσηλεύτριες, εργαζόμενες στα σουπερμάρκετ και στις υπηρεσίες φροντίδας και καθαριότητας, σε πολλαπλούς ρόλους και καθήκοντα.
Δυστυχώς μια νέα σκιά ήρθε να προστεθεί και σήμερα συζητάμε υπό το βάρος των αποκαλύψεων πολλών αγοριών και κοριτσιών που βρήκαν το θάρρος και το κουράγιο να καταγγείλουν την παρενόχληση και τη βία που έχουν υποστεί. Η Σοφία Μπεκατώρου έσπασε τη σιωπή για το χώρο του αθλητισμού, για να ακολουθήσει ο χώρος του θεάτρου και του θεάματος. Όλα αυτά καταμαρτυρούν πως η έμφυλη ισότητα και τα δικαιώματα δεν κατοχυρώνονται μόνο μέσω της νομοθεσίας. Η νομική κατοχύρωση είναι σημαντική, όμως η πραγματικότητα φανερώνει πως πρέπει να κατοχυρωθεί και στην πράξη, να γίνει μέρος της συνείδησής μας και της καθημερινής μας πρακτικής. Και αυτή η μάχη: στη κοινωνία, στους εργασιακούς χώρους, στην οικογένεια, στην εκπαίδευση και σε κάθε κοινωνικό χώρο, είναι διαρκής. Μπορεί το κίνημα #MeToo να έφτασε στη χώρα μας με καθυστέρηση. Υπογραμμίζει όμως την ανάγκη να υπάρξουν δομικές αλλαγές που θα διαπερνά το σύνολο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Είναι η στιγμή, που δίχως ιδεοληψίες και μικροπολιτικές σκοπιμότητες, είναι αναγκαίο να ενταχθεί στην εκπαίδευση η διάσταση του φύλου και των έμφυλων σχέσεων».