Την παρέμβαση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ζητά με έγγραφό του ο περιφερειάρχης Ηπείρου κ. Αλέξανδρος Καχριμάνης, προκειμένου να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις στην παραγωγή εσπεριδοειδών της Π.Ε. Άρτας από την προσβολή των καλλιεργειών από τον «μαύρο αλευρώδη».
Συγκεκριμένα ο περιφερειάρχης, μετά από αναλυτική εισήγηση του αντιπεριφερειάρχη Π.Ε. Άρτας κ. Βασίλη Ψαθά, ζητά την κάλυψη του δυσβάστακτου κόστους αγοράς των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και της κάλυψης της απώλειας του εισοδήματος των παραγωγών, υπογραμμίζοντας ότι είναι επιτακτική η ανάγκη εξεύρεσης ενός τρόπου οικονομικής ενίσχυσης για την καταπολέμηση της προσβολής των καλλιεργειών από τον «Μαύρο Αλευρώδη».
Στο έγγραφό του ο περιφερειάρχης αναφέρεται στο ιστορικό του προβλήματος, αλλά και στις πρωτοβουλίες που είχαν αναληφθεί από τη Δ.Α.Ο.Κ. Π.Ε. Άρτας ώστε να βρεθεί αντίδοτο για την καταπολέμηση του «Μαύρου Αλευρώδη».
Μεταξύ άλλων σημειώνει:
«Το καλοκαίρι του 2018 εντοπίσθηκε στον αστικό ιστό της Άρτας ο «Μαύρος Αλευρώδης» σε εσπεριδοειδή, τριανταφυλλιές και αμπέλια. Παρά τις συνεχείς ενημερώσεις από το Τμήμα Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού ελέγχου της ΠΕ Άρτας και τη λήψη μέτρων που απαιτούνται για την εξάλειψη ή τον περιορισμό της εξάπλωσης του στην πεδιάδα της Άρτας, όπου και καλλιεργούνται δυναμικά 38.000 στρέμματα εσπεριδοειδών, αυτό δεν κατέστη δυνατόν, με αποτέλεσμα σε διάστημα πέντε ετών να έχουμε προσβολή των καλλιεργειών σε πολλές περιοχές σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό (πορτοκαλιές, μανταρινιές, λεμονιές και άλλων φυτών ξενιστών) και σε ποσοστό που αγγίζει το 40% της καλλιεργούμενης έκτασης.
Στα προσβεβλημένα φυτά εσπεριδοειδών το έντομο δημιουργεί τεράστιες αποικίες προνυμφών στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, τα φυτά εξασθενούν, δημιουργούνται μελιτώδη εκκρίματα στα φύλλα με αποτέλεσμα την ανάπτυξη του μύκητα της καπνιάς που καλύπτει φύλλα και καρπούς καθιστώντας τους μη εμπορεύσιμους.
Η ΔΑΟΚ (Π.Ε. Άρτας), σε όλο το χρονικό αυτό διάστημα, βρισκόταν σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ καθώς και με το Μπενάκειο Ίδρυμα, δυστυχώς όμως έως σήμερα δεν έχει βρεθεί το αντίδοτο της βιολογικής καταπολέμησης.
Επειδή προς το παρόν δεν είναι εφικτή η βιολογική καταπολέμηση του εντόμου, οι παραγωγοί εσπεριδοειδών χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα εγκεκριμένα φυτοφάρμακα για το σκοπό αυτό, σε επαναλαμβανόμενες δόσεις, με αποτέλεσμα να αυξάνουν το κόστος παραγωγής του προϊόντος.
Αν λάβουμε υπόψιν ότι σε φυτείες με έντονες προσβολές απαιτούνται πρόσθετες καλλιεργητικές φροντίδες (κλάδεμα κλπ.) το κόστος παραγωγής εκτοξεύεται σε τιμές όπου καθίσταται ασύμφορη η παραγωγή και εμπορία του προϊόντος.
Συμπερασματικά, το κόστος αγοράς των φυτοφαρμάκων για την αντιμετώπιση του Μαύρου Αλευρώδη, σε συνδυασμό με το σύνηθες ετήσιο κόστος για την αγορά γεωργικών εφοδίων και φυτοφαρμάκων για την αντιμετώπιση άλλων εντομολογικών εχθρών και ασθενειών των εσπεριδοειδών, είναι πολλαπλάσιο συγκριτικά με προηγούμενα έτη».