Οι δύο επιχειρήσεις εισέπραξαν αλλά δεν απέδωσαν τον ΦΠΑ, συνολικής αξίας μισού εκ. ευρώ
14 επιχειρήσεις εστίασης που δεν έκοψαν 449.000 αποδείξεις για παραγγελίες συνολικής αξίας 5,15 εκ. ευρώ, εισπράττοντας, αλλά χωρίς να τον αποδώσουν, ΦΠΑ αξίας 592.000 ευρώ, εντόπισαν οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ. Μεταξύ των 14 επιχειρήσεων περιλαμβάνονται και δύο στην Ήπειρο και συγκεκριμένα μία καφετέρια στα Ιωάννινα, για την οποία διαπιστώθηκε για τις χρήσεις 2017 και 2018 η μη έκδοση 734 φορολογικών στοιχείων, αποκρύπτοντας φορολογητέα ύλη ύψους 100.800€.
Επίσης, οι ελεγκτές διαπίστωσαν πως σε κρεπερί στην Ήπειρο, για τις χρήσεις 2017 έως 2019, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 92.800 φορολογικών στοιχείων, αποκρύπτοντας φορολογητέα ύλη 400.000€.
Η ηλεκτρονική συνεργασία της ΑΑΔΕ με τις πλατφόρμες delivery, εξελίσσεται σε ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό εργαλείο κατά της φοροδιαφυγής, καθώς η ταχύτατη επεξεργασία δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή επιτρέπει πλέον την στοχευμένη επέμβαση των φορολογικών αρχών.
Οι επαγγελματίες θυσιάζουν το 13-30% του τζίρου τους για να προβάλλουν την επιχείρησή τους σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Όμως, αυτή η προβολή και το ηλεκτρονικό στίγμα που μένει για κάθε παραγγελία – όλα καταγράφονται από την ώρα μέχρι και τη διεύθυνση μέχρι την αξία – κάνει πολύ εύκολο τον έλεγχο.
Το ηλεκτρονικό στίγμα φτάνει πλέον στους ελεγκτές της ΑΑΔΕ, οι οποίοι δεν χρειάζεται να κάνουν τους πελάτες για να διαπιστώσουν την μη έκδοση απόδειξης.
Συναλλαγή που υπάρχει στην πλατφόρμα αλλά όχι στην ταμειακή μηχανή, στοιχειοθετεί κατηγορία φοροδιαφυγής και ο φάκελος προωθείται για τα περαιτέρω.
Η ΑΑΔΕ μιλάει για εντυπωσιακά αποτελέσματα των ελέγχων σε επιχειρήσεις εστίασης, αναφορικά με την έκδοση αποδείξεων, όταν οι παραγγελίες γίνονται μέσω των πλατφορμών delivery.
Πρόκειται για ελέγχους, οι οποίοι: είναι στοχευμένοι, δηλαδή οι επιχειρήσεις, που ελέγχονται, έχουν επιλεχθεί μέσω του ειδικού αλγορίθμου ανάλυσης κινδύνου και πραγματοποιούνται με τη βοήθεια των στοιχείων, που λαμβάνει διαρκώς η ΑΑΔΕ από τις πλατφόρμες παραγγελιοληψίας, και τα οποία συγκρίνονται με τις αποδείξεις λιανικής, οι οποίες έχουν κοπεί για τις συγκεκριμένες παραγγελίες.