Ώθηση στις επενδύσεις μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης

«Η Ελλάδα αντιμετωπίζει το πρόβλημα του επενδυτικού κενού», ανέφερε από τα Ιωάννινα, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θ. Σκυλακάκης – Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου οι επενδύσεις αυξήθηκαν, κατά 30% περίπου, τη διετία 2021-2022 στην Ελλάδα, συγκριτικά με το 2019

Μια εξαιρετικά σημαντική εκδήλωση για τις «Ευκαιρίες και Προοπτικές του “Ελλάδα 2.0”», πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Δευτέρας, στα Ιωάννινα, με ομιλητή τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, Θεόδωρο Σκυλακάκη.
Όπως ο ίδιος ανέφερε, οι επενδύσεις αυξήθηκαν, κατά 30% περίπου, τη διετία 2021-2022 στην Ελλάδα, συγκριτικά με το 2019. Και αναμένεται πολύ μεγαλύτερη αύξηση κατά το χρονικό διάστημα 2023-2025, με τη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, εξέφρασε την παραπάνω εκτίμηση, μιλώντας στην εκδήλωση, σημειώνοντας παράλληλα, πως πρακτικά αυτό σημαίνει, ότι η χώρα αντιμετωπίζει, με επιτυχία, το βασικό πρόβλημα του επενδυτικού κενού.
Επισήμανε πως «…έχουμε μπροστά μας τις επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίες μπορούν, κυριολεκτικά, να αλλάξουν την πορεία της χώρας», για να προσθέσει ότι η μεγάλη διαφορά του, από άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, είναι ο στόχος για κινητοποίηση πολλαπλάσιων πόρων από αυτούς που θα λάβει η Ελλάδα από το ΤΑΑ. «Μας αντιστοιχούν, περίπου 30 δισ. ευρώ (χωρίς το REPowerEU) και επιδιώκουμε να κινητοποιήσουμε 60 δισ. ευρώ. Κάτι που αρχίζει να συμβαίνει», δήλωσε ο ίδιος.
Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι στο εργαλείο των δανείων του ΤΑΑ έχουν κατατεθεί επενδυτικά σχέδια, συνολικού ύψους που προσεγγίζει τα 8,5 δισ. ευρώ, που κινητοποιούνται με 3,5 δισ. ευρώ, περίπου, από το ΤΑΑ. Το ίδιο ισχύει – αλλά σε μικρότερο βαθμό – και για το εργαλείο των επιδοτήσεων του Ταμείου. Παραδείγματος χάριν, στον αγροδιατροφικό τομέα θα μπορέσουν να ξεκινήσουν επενδύσεις, μέσα στους πρώτους μήνες του 2023, οι οποίες με περίπου 500 εκατ. ευρώ συνολική επιδότηση από το ΤΑΑ, θα κινητοποιήσουν πόρους που προσεγγίζουν το 1 δισ. ευρώ. Το δε φαρμακευτικό clawback έχει, ήδη, κινητοποιήσει επενδυτικά σχέδια άνω των 500 εκατ. ευρώ (σχεδόν τα μισά χρήματα προέρχονται από το ΤΑΑ).
Επιπρόσθετα, ο κ. Σκυλακάκης παρέθεσε μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά των δανείων του ΤΑΑ, που τα καθιστούν ιδανική επιλογή για κάθε ενδιαφερόμενη επιχείρηση που διαθέτει τραπεζικό προφίλ. Πρώτον, κύριο χαρακτηριστικό αυτού του εργαλείου είναι η ταχύτητα. Όλη η διαδικασία «τρέχει» ηλεκτρονικά, χωρίς να απαιτείται κρατική παρέμβαση (π.χ. υπογραφή Υπουργού, δημοσίου υπαλλήλου κ.λπ.). Ο μέσος χρόνος έγκρισης κάθε επενδυτικού σχεδίου είναι οι 2,5 μήνες και εκτιμάται πως θα ελαττωθεί όσο τα τραπεζικά στελέχη και οι αξιολογητές των σχεδίων θα εξοικειώνονται με τη διαδικασία. Δεύτερον, είναι ένα αναπτυξιακό εργαλείο, που επιτρέπει τον απόλυτο συγχρονισμό της επενδυτικής απόφασης, με την επιδότηση (μέσω του χαμηλού επιτοκίου) και τη χρηματοδότηση.
Μάλιστα, υπάρχει η δυνατότητα συνδυασμού των δανείων με τον Αναπτυξιακό νόμο και με άλλα επενδυτικά εργαλεία. Τρίτον, προβλέπεται δυνατότητα ενίσχυσης δαπανών κεφαλαίου κίνησης και marketing (έως 30%, αθροιστικά, των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου). Τέταρτον, τα επιτόκια δανεισμού είναι εξαιρετικά ευνοϊκά (0,35% για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 1% για τις μεσαίες και μεγάλες).
Ο κ. Σκυλακάκης ανέλυσε πώς η αύξηση των επενδύσεων είναι ένα από τα «κλειδιά» στην προσπάθεια της κυβέρνησης για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, που έχει αρχίσει να συντελείται. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος για την εν λόγω αλλαγή – που αποτελεί θέμα συζήτησης πολλών ετών – δεν είναι κάτι σύνθετο, αλλά κάτι πολύ συγκεκριμένο.
«Η ελληνική οικονομία πρέπει να πάει από το εσωστρεφές, το καταναλωτικό, το “γκρίζο” και μη παραγωγικό, στην εξωστρέφεια, στις επενδύσεις, σε μεγέθυνση της “άσπρης” οικονομίας και σε αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτή είναι η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου. Είναι σαφές πως κομμάτι αυτής της αλλαγής πρέπει να είναι και ο εκσυγχρονισμός όλων των κρατικών λειτουργιών», είπε, συμπληρώνοντας πως η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου συμβαίνει ήδη, σε ένα βαθμό. «Έχουμε αύξηση των επενδύσεων, μεγάλη αύξηση των εξαγωγών, των ηλεκτρονικών συναλλαγών (αποτέλεσμα της πανδημίας, αλλά και των κινήτρων που έδωσε η Κυβέρνηση) και σημαντική μακροχρόνια αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτό με κάνει αισιόδοξο για το μέλλον», υπογράμμισε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών.
Εκτίμησε, ακόμη, πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, μέσα στο 2023, θα φέρει κύμα επενδύσεων «που θα το βιώσουμε σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και θα επηρεάσει κάθε μεγέθους και είδους επιχείρηση. Θα έχουμε τη δυνατότητα να χαράξουμε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο, από ό,τι είχε συμβεί στις τελευταίες δεκαετίες. Αυτή τη φορά η αλλαγή μπορεί να είναι διαρκείας, καθώς θα έχει ως βάση ένα στέρεο παραγωγικό μοντέλο».
Σε σχέση με το οικονομικό κλίμα, σημείωσε πως η Κυβέρνηση βρέθηκε στη δύσκολη θέση της διαχείρισης τριών κρίσεων (πανδημία, ενεργειακή, τουρκική επιθετικότητα), το μέγεθος των οποίων ήταν πρωτοφανές, ιστορικά. Και παρά τις αντιξοότητες, «η οικονομία μας είναι σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι την παραλάβαμε» από την προηγούμενη κυβέρνηση, πρόσθεσε ο κ. Σκυλακάκης. Ανέφερε πως, σήμερα, η χώρα έχει θεαματικά μικρότερη ανεργία, χαμηλότερη φορολογία (π.χ. φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικές εισφορές, έμμεσοι φόροι κ.λπ.), μικρότερο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ (υπολογίζεται ότι θα διαμορφωθεί σε 169,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2022), σε σχέση με το 2018 (186,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ). Επίσης, έχει πολύ ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης, χάρη στα πραγματικά κίνητρα που δόθηκαν στην οικονομία για επενδύσεις και παραγωγή. Ο κ. Σκυλακάκης εξήγησε πως η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κόστισαν στο ΑΕΠ περίπου 6 δισ. ευρώ (3% του ΑΕΠ). «Αυτό σημαίνει ότι αν επρόκειτο να έχουμε 0% ανάπτυξη το 2022, με την είσοδο στην ενεργειακή κρίση θα είχαμε μείωση 3% του ΑΕΠ. Αντ’ αυτού, η Επιτροπή προβλέπει 6% ανάπτυξη. Που σημαίνει πως χωρίς την ενεργειακή κρίση θα είχαμε μία πρωτοφανή ανάπτυξη», επισήμανε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών.
Ομιλητές και χαιρετισμοί
Παράλληλα, ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Κόλλιας επικεντρώθηκε από τη μεριά του στη σημασία των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, διαβεβαιώνοντας ότι το ΟΕΕ «θα είναι σύμμαχος και αρωγός στην προσπάθεια διάχυσης των πόρων που επιχειρούν να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας».
Ενδιαφέρουσα ήταν και η εισήγηση του  Δρ. Παναγιώτη Πρόντζα, ο οποίος εξήγησε – και με παραδείγματα – τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τα εργαλεία που προσφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης ενώ αμέσως μετά ακολούθησαν ερωτήσεις του κοινού που απαντήθηκαν διεξοδικά από τον υπουργό.
Σημειώνεται πως στην αρχή της εκδήλωσης χαιρετισμό απηύθυναν ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης και ο Δήμαρχος Ιωαννίνων Μωυσής Ελισάφ. Χαιρετισμό απεύθυνε επίσης, ο Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ηπείρου, Δημήτρης Λάμπρου, ο οποίος αναφέρθηκε στις αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής και στην ανάγκη στήριξής της.
Επίσης με αφορμή την εκδήλωση σε δήλωσή του ο βουλευτής Ιωαννίνων της Ν.Δ., Σταύρος Καλογιάννης, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Για την Ελλάδα, τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης συνολικού ύψους 30,1 δις ευρώ, αποτελούν μοναδική ευκαιρία για ουσιαστική μεταρρύθμιση σε τομείς αιχμής, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση, ο οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, ενώ οι όροι που θέτει το Ταμείο για τις ιδιωτικές επενδύσεις είναι εξαιρετικά ευνοϊκοί. Καθώς τα χρονικά περιθώρια υλοποίησης των έργων και δράσεων του Ταμείου είναι πολύ πιεστικά, πρέπει η αξιοποίηση των πόρων του να γίνει με σχέδιο, μεγάλη ταχύτητα και διαφάνεια. Ως Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής και συνεργαζόμενος στενά με τον κ. Σκυλακάκη, όπως και με το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, μπορώ να βεβαιώσω ότι αυτό το τρίπτυχο καλύπτεται στο ακέραιο. Μέσα σε ένα κλίμα συνεχιζόμενης διεθνούς αβεβαιότητας, πρέπει να διερευνήσουμε τρόπους ώστε ο Μηχανισμός Ανάκαμψης να καταστεί ένα σταθερό θεσμικό όργανο, ένα μόνιμο χρηματοδοτικό εργαλείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει όλοι να εργαστούμε προς αυτήν την κατεύθυνση».
Τον συντονισμό της εκδήλωσης είχε η δημοσιογράφος Έλενα Στάμου.